Κυριακή 7 Αυγούστου 2011

Μπαράζ διασκέψεων με φόντο την υποβάθμιση των ΗΠΑ και την κρίση χρέους στην ΕΕ

Εντατικές είναι οι διαβουλεύσεις μεταξύ υπουργών και άλλων αξιωματούχων σχετικά με την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους που ταλανίζει την ευρωζώνη και με βάση το νέο δεδομένο που προέκυψε και αφορά στην υποβάθμιση των ΗΠΑ από την Standard & Poor's.


Το πρωί της Κυριακής πραγματιοποιήθηκε τηλεδιάσκεψη μεταξύ των αναπληρωτών υπουργών Οικονομικών της G20, όπως δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Νοτίου Κορέας.

Ο ίδιος επιβεβαίωσε την τηλεδιάσκεψη της G20, χωρίς να δώσει λεπτομέρειες. Παράλληλα, έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στα αμερικανικά ομόλογα παρά την απόφαση της Standard & Poor's.

Η Αυστραλία, μέλος της G20, εκτίμησε ότι η παγκόσμια οικονομική αβεβαιότητα θα συνεχιστεί, αλλά τόνισε ότι η ίδια διαθέτει ισχυρή εσωτερική οικονομία.

Ο Αυστραλός υπουργός Οικονομικών Γουέιν Σουόν δήλωσε ότι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη βρίσκονται σε μία μακρά και οδυνηρή διαδικασία για να επιλύσουν τα προβλήματα χρέους τους αλλά υπογράμμισε τη σχετική δύναμη της αυστραλιανής οικονομίας, αναφέροντας το μικρό χρέος και τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας.

Οι κλυδωνισμοί από την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ έφτασαν στην Ασία με το Πεκίνο να επιπλήττει -μέσω του κρατικού πρακτορείου Xinhua- την Ουάσινγκτον για τον «εθισμό της στο χρέος», τονίζοντας ότι εάν δεν περικοπούν «οι γιγαντιαίες στρατιωτικές δαπάνες» θα είναι αναπόφευκτη μία νέα υποβάθμιση.

Η Κίνα -η οποία έχει στην κατοχή της 1 τρισ. δολάρια σε αμερικανικά ομόλογα-ζήτησε διασφαλίσεις και πρότεινε την υιοθέτηση ενός «νέου σταθερού και ασφαλούς αποθεματικού νομίσματος, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο καταστροφής, εξαιτίας μιας και μόνο χώρας».

Όσον αφορά στην τηλεδιάσκεψη της G7 (ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία, Καναδάς, Ιαπωνία), την προεδρία της οποίας ασκεί η Γαλλία, τηρήθηκε απόλυτη σιωπή τη νύχτα του Σαββάτου προς Κυριακή.

Παρά τις ερωτήσεις των διεθνών πρακτορείων, δεν επιβεβαιώθηκε καν αν έγινε η τηλεδιάσκεψη των υπουργών Οικονομικών και των συμβούλων τους, για την οποία είχε μιλήσει πηγή του ιταλικού υπουργείου Οικονομικών.

Όμως σύμφωνα με όσα μεταδίδει το ιαπωνικό πρακτορείο ειδήσεων Jiji Press, οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των χωρών της G7 θα πραγματοποιήσουν μία νέα τηλεφωνική συνδιάσκεψη πριν από το άνοιγμα των ασιατικών αγορών, προκειμένου να τις καθησυχάσουν σχετικά με την κρίση χρέους.

Το απόγευμα (19:30) θα πραγματοποιηθεί έκτακτη τηλεδιάσκεψη του προέδρου της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ με τα μέλη του ΔΣ με κύριο θέμα τη λήψη απόφασης για την αγορά ιταλικών ομολόγων.

Και η κίνηση αυτή αποσκοπεί στο να «ηρεμήσουν» οι αγορές -με το άνοιγμα της Δευτέρας.

Τηλεφωνικές συνομιλίες έχουν από χθες οι πολιτικοί και οικονομικοί αξιωματούχοι της ΕΕ, των ΗΠΑ, αλλά και των χωρών της Ασίας, εν όψει και του αυριανού ανοίγματος των χρηματιστηρίων.

Με το βλέμμα στα Χρηματιστήρια

Το βλέμμα (και η αγωνία) της παγκόσμιας κοινότητας στρέφεται στο πώς θα αντιδράσουν οι χρηματιστηριακές αγορές τη Δευτέρα.

Πάντως, οι πρώτοι κλυδωνισμοί σημειώθηκαν στο Χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ, το οποίο λειτουργεί την Κυριακή.

Οι συναλλαγές διακόπηκαν για περίπου 45', αφού ο δείκτης TA-100 των εκατό κυριοτέρων εταιρειών έχανε 6,5%. Τελικά οι συναλλαγές επαναλήφθησαν.

Μια... ιστορική υποβάθμιση

Η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ, από τη βαθμίδα AAA στην βαθμίδα AA+, ήλθε εν μέσω των κλυδωνισμών στις διεθνείς αγορές για την κρίση χρέους που πλήττει και τις δύο πλευρές του Ατλαντικού.


  • Υποβάθμισε τις ΗΠΑ η Standard & Poor's
Πρόκειται για την πρώτη υποβάθμιση στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, με τον οίκο να αναφέρει ότι η προοπτική για την αξιολόγηση του αμερικανικού χρέους είναι αρνητική, γεγονός που σημαίνει ότι είναι πιθανή και νέα υποβάθμιση του αξιόχρεου των ΗΠΑ μέσα στους επόμενους 12 ως 18 μήνες.

Η Ουάσινγκτον είναι εξοργισμένη από την υποβάθμιση με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών να κατηγορεί τον οίκο αξιολόγησης ότι έκανε ένα «χονδροειδές και ερασιτεχνικό» λάθος υπολογισμό, κατά 2 τρισ. δολάρια, στις προβλέψεις του για τον προϋπολογισμό της χώρας, για το οποίο τον είχε προειδοποιήσει στη διάρκεια πολύωρου θρίλερ, πριν εκδοθεί η απόφαση. Η S&P παραδέχθηκε το «λάθος», αλλά υποστήριξε ότι αυτό δεν επηρεάζει την ουσία της αξιολόγησή της.